Διαβάστε το άρθρο στην “ΑΥΓΗ της Κυριακής” εδώ: https://bit.ly/3EV5Trw
Ο κόσμος όπως τον ξέραμε δεν υπάρχει πια. Όσο και αν ακούγεται κοινότοπη η διαπίστωση, οι εξελίξεις στον απόηχο της πανδημίας και στη δίνη ενός καταστροφικού πολέμου δεν αφήνουν καμία αμφιβολία: βρισκόμαστε στο μεταίχμιο ριζικών μεταβολών. Το μεγάλο -και δύσκολο- ερώτημα αφορά το περιεχόμενό τους. Πιο συγκεκριμένα, αν ο επώδυνος κλυδωνισμός διαδοχικών βεβαιοτήτων θα οδηγήσει σε αντιδραστικές και αυταρχικές κατευθύνσεις που εγγυώνται μεγάλες καταστροφές ή αν αντίθετα θα ανοίξει δρόμους για προοδευτικές διεξόδους που θα οδηγήσουν σε ένα νέο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό συμβόλαιο. Υπό αυτήν την οπτική, το ιστορικό δίλημμα που επανέφερε ο Αλέξης Τσίπρας στο συνέδριό μας δεν είναι μόνο επίκαιρο, αλλά και διανοητικά παραγωγικό: ποιο θα είναι το περιεχόμενο του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα που μπορεί να εγγυηθεί την αποτροπή της διαρκούς βαρβαρότητας;
Η ειδικότερη μορφή αυτού του ερωτήματος αφορά τη συζήτηση γύρω από τις δημόσιες πολιτικές, την κρατική παρέμβαση στην οικονομία, τη ρύθμιση των αγορών και κυρίως την καταπολέμηση των ανισοτήτων. Αυτή η αναζήτηση υπογραμμίζει την αμφισβήτηση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων που καθόρισαν τη μορφή του κόσμου τις τελευταίες δεκαετίες. Πρόκειται για μια αναμφισβήτητα θετική εξέλιξη. Δεν είναι όμως από μόνη της αρκετή. Η ιστορία -και οι πρόσφατες εξελίξεις- μας θυμίζουν τον κίνδυνο η καπιταλιστική κρίση να οδηγήσει σε αναβίωση ακροδεξιών πολιτικών που προκρίνουν την επίλυση του κοινωνικού ζητήματος μέσα από την εθνικιστική αναδίπλωση. Η επιτυχία του Τραμπ, η δυναμική της Λεπέν, η ηγεμονία του Όρμπαν αποτελούν διαρκείς υπομνήσεις ότι αν εμείς -η Αριστερά και οι προοδευτικές δυνάμεις- δεν κερδίσουμε στη μάχη των ιδεών και των πολιτικών λύσεων, τότε θα βρεθούμε αντιμέτωποι με πολιτικές και κοινωνικές τερατογενέσεις.
Σήμερα, οι κυρίαρχες οικονομικές εξελίξεις είναι η κρίση στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, η κατάρρευση της αγοράς ενέργειας και η ορμητική εμφάνιση του πληθωρισμού. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς για τη διαβρωτική επίδραση που έχουν αυτές οι εξελίξεις στην κοινωνία. Αυτό που χρειάζεται είναι να επιμείνουμε στην κατάδειξη της σημασίας της πολιτικής. Η χώρα μας πληρώνει τις επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οι επιλογές αυτές αφορούν συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις, με την πλήρη απορρύθμιση της αγοράς ενέργειας και την διάλυση των εργασιακών σχέσεων να είναι οι πιο επώδυνες για την κοινωνική πλειοψηφία. Δυστυχώς, δεν έχουμε δει ακόμα τα χειρότερα. Αν συνεχίσουμε έτσι, σύντομα η χώρα θα βρεθεί μπροστά σε φαινόμενα πρωτοφανή που θα εκτείνονται από τη φτωχοποίηση ευρύτατων στρωμάτων έως τις ελλείψεις σε βασικά αγαθά.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε τις επιλογές της και σύντομα, στις επόμενες εκλογές, θα πληρώσει και η ίδια τον λογαριασμό. Αυτό όμως δεν αρκεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα κληθεί, όπως και το 2015, να αντιμετωπίσει μια εκρηκτική κοινωνική κατάσταση με μια οικονομία στα όρια της εξάντλησης. Και για αυτό τον λόγο πρέπει από σήμερα να είμαστε έτοιμοι για τη μεγάλη αυτή πρόκληση. Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Και το γεγονός ότι το γνωρίζουμε αυτό, είναι η αφετηρία για να συγκροτήσουμε ένα σχέδιο άμεσης δράσης για την επόμενη μέρα. Χρειαζόμαστε -όπως το περιγράψαμε στο συνέδριο με τα 5+1 σημεία- ένα συνεκτικό και δεσμευτικό κυβερνητικό πρόγραμμα για τις πρώτες 100 ημέρες που θα δώσει το σήμα της γενικής αντεπίθεσης: ότι δηλαδή η ακρίβεια δεν είναι φυσικό φαινόμενο, ότι υπάρχει εναλλακτική στην ανασφάλεια, ότι η πολιτική μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Στο πλαίσιο αυτό, τα άμεσα μέτρα ανάσχεσης της ακρίβειας πρέπει να δέσουν με ριζοσπαστικές τομές σε κρίσιμους οικονομικούς και αναπτυξιακούς κόμβους. Πιο συγκεκριμένα, χρειαζόμαστε παρεμβάσεις σε τρία κύρια μέτωπα. Πρώτο, στο ρόλο του Δημοσίου και των δημόσιων πολιτικών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ώστε να λήξει το καθεστώς εξαίρεσης σε σχέση με τα ισχύοντα στην Ευρώπη ως προς την δημόσια παρουσία στις συστημικές τράπεζες, να λειτουργήσει προς όφελος του συνόλου του παραγωγικού ιστού η Αναπτυξιακή Τράπεζα, να αξιοποιηθεί επ’ ωφελεία της κοινωνίας το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Δεύτερο, σε ένα νέο επιχειρησιακό σχέδιο για την ενέργεια που θα σηματοδοτεί την αποφασιστική κρατική παρέμβαση για την μείωση των τιμολογίων αλλά και την δυναμική ανάκτηση του δημόσιου ελέγχου στη ΔΕΗ και στα φυσικά μονοπώλια των δικτύων. Τρίτο, σε μια ολοκληρωμένη νομοθετική παρέμβαση για το ιδιωτικό χρέος, ζήτημα που μέσα από τη διπλή εμπειρία της πανδημίας και της ακρίβειας επιστρέφει ως μείζον εμπόδιο στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Δεν πρέπει να έχουμε την αυταπάτη ότι δεν θα υπάρξουν αντιδράσεις στις ριζοσπαστικές αυτές μεταρρυθμίσεις. Το ανταγωνιστικό σχέδιο της ΝΔ έχει έναν μεγάλο σύμμαχο: βασίζεται στη λογική της ελεύθερης αγοράς. Σήμερα αυτή η λογική έχει υποστεί ισχυρά πλήγματα γιατί ο ελληνικός λαός θυμάται την ΝΔ να υπόσχεται ότι η απελευθέρωση της ενέργειας θα φέρει χαμηλότερες τιμές δια του περίφημου ανταγωνισμού. Η αγορά θα είναι πάντα εκεί για τη Δεξιά ως «λύση» σε κάθε πρόβλημα. Για αυτό έχει μεγάλη σημασία η ιδεολογική μάχη. Να δείξουμε δηλαδή στην πράξη ότι το δικό μας οικονομικό μοντέλο είναι και κοινωνικά δίκαιο αλλά και αναπτυξιακά αποδοτικό.
Το δικό μας σχέδιο δεν μπορεί είναι ένας ρητορικός και εν τέλει αφηρημένος βολονταρισμός που δεν λαμβάνει υπόψη το ευρωπαϊκό πλαίσιο και την δημοσιονομική πραγματικότητα. Δεν μπορεί όμως να είναι και η απλή αναπαραγωγή του υπάρχοντος με μερικές πινελιές διαχειριστικής βελτίωσης. Πρέπει να είναι ο ριζοσπαστικός ρεαλισμός: που θα αξιοποιεί την γνώση που αποκομίσαμε από την κυβερνητική θητεία, θα έχει επίγνωση των υπαρκτών περιορισμών, θα έχει όμως ταυτόχρονα στον πυρήνα του τις ριζοσπαστικές τομές που έχει ανάγκη η κοινωνία και αντιστοιχούν στις νέες, συναρπαστικές δυνατότητες της εποχής μας.