Άρθρο στην ιστοσελίδα powergame.gr
Το νέο έτος ξεκίνησε με ένα ηχηρό καμπανάκι. Η έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα μάς προσγειώνει στη σκληρή πραγματικότητα. Η αναιμική ανάπτυξη, η καθήλωση της κατανάλωσης, η διεύρυνση του εμπορικού ελλείματος και η ανθεκτικότητα του πληθωρισμού προοικονομούν ένα εξαιρετικά δύσβατο 2023. Η κατάσταση δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς. Απαιτεί ακριβώς το αντίθετο: σκέψη πάνω στο πρόβλημα, μέτρα άμεσης δράσης και σχέδιο στρατηγικού αναπροσανατολισμού.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, ακόμα και σήμερα, υποτιμά τις διαστάσεις του προβλήματος. Και αυτή η υποτίμηση σε μεγάλο βαθμό σχετίζεται με το πώς φτάσαμε στο σημείο αυτό. Από το 2019, το οικονομικό επιτελείο, υιοθετώντας έναν τρόπο άσκησης πολιτικής που εκπορεύεται από το Μέγαρο Μαξίμου, επένδυσε στη ρητορική του ελληνικού success story. Αρχικά, το ωστικό κύμα από την δημοσιονομική εξισορρόπηση που είχε πετύχει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ βοήθησε σε αυτήν την κατεύθυνση. Όταν όμως τα καύσιμα τελείωσαν και κλήθηκε να χαράξει η ίδια πολιτική, η Νέα Δημοκρατία επιδόθηκε σε ένα διαλυτικό μείγμα. H διασπάθιση του δημοσίου χρήματος με τη μορφή των απευθείας αναθέσεων, η επιδότηση και ασυλία των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων, η πελατειακού χαρακτήρα επιδοματική πολιτική, η ανακύκλωση μέτρων φτηνού εντυπωσιασμού με ελάχιστο αποτέλεσμα, δεν είναι προβληματικά συμπτώματα της κυβερνητικής πολιτικής. Είναι η ουσία της κυβερνητικής πολιτικής. Και τα αποτελέσματά της τα πληρώνουμε εδώ και καιρό.
Εδώ που βρισκόμαστε, το ζητούμενο είναι μόνο ένα: η βιώσιμη, δίκαιη και συμπεριληπτική έξοδος από την κρίση. Το πρώτο βήμα όμως είναι η κατανόησή του προβλήματος. Η ελληνική οικονομία κουβαλά την βαριά κληρονομιά ενός προβληματικού παραγωγικού μοντέλου που όσο περνάει ο χρόνος και ειδικά σε στιγμές κρίσεων γίνεται όλο και πιο δυσβάσταχτο. Αυτή είναι η γενική συνθήκη. Η ειδική συνθήκη αφορά τις διαστάσεις της παρούσας κρίσης και ειδικότερα την απειλή που εκπροσωπεί η έκρηξη του πληθωρισμού και η επέλαση της ακρίβειας. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν αντιμετωπίζει τα δύο αυτά επίπεδα ως ανεξάρτητα φαινόμενα. Αντίθετα, επιμένουμε ότι για να είναι αποτελεσματική η μάχη ενάντια στην ακρίβεια θα πρέπει να συνδεθεί με την επιδίωξη ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Και αντίστροφα. Η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, η δυναμική ανάπτυξη με δικαιοσύνη και κανόνες, η παραγωγική στροφή στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, απαιτεί την ανάσχεση της ακρίβειας και τη ριζική αλλαγή του οικονομικού κλίματος.
Το 2023 είναι όμως και έτος εκλογών. Και οι εκλογές αυτές έχουν σημασία. Το αποτέλεσμά τους θα καθορίσει την οικονομική προοπτική της χώρας σε μία εξαιρετικά σύνθετη και ασταθή συγκυρία. Με τη Νέα Δημοκρατία τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει σε σχέση με αυτό που ξέρουμε ανάμεσα στο 2019 και στο 2022. Η κυβέρνηση είχε και τον χρόνο και τους πόρους -χάρη στο περίφημο δημοσιονομικό μαξιλάρι που κληροδότησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τις νέες ευρωπαϊκές ενισχύσεις- να υλοποιήσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις για φρενήρη ανάπτυξη, χιλιάδες καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας και αναβάθμιση της χώρας στο διεθνές στερέωμα. Απέτυχε. Και η αποτυχία της είναι προϊόν πολιτικών επιλογών.
Η χώρα χρειάζεται μία άλλη πολιτική. Η προοδευτική κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στο τιμόνι θα έχει και την επιθυμία και το σχέδιο της άμεσης σύγκρουσης με τον πυρήνα της ακρίβειας: με αποφασιστική ρύθμιση της αγοράς ενέργειας, με στοχευμένες παρεμβάσεις μείωσης των έμμεσων φόρων στην κατανάλωση, με πολιτικές στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που ασφυκτιούν. Στο έργο αυτό έχουμε την παρακαταθήκη της επιτυχούς διαχείρισης της προηγούμενης κρίσης, αλλά και τις νέες δυνατότητες που προσφέρει η ήττα των πολιτικών της λιτότητας σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Δεν θα είναι μία εύκολη υπόθεση. Αλλά είναι μία υπόθεση που μπορούμε -ως χώρα- να την κερδίσουμε. Η ελληνική οικονομία έχει δυνατότητες για μια παραγωγική επανεκκίνηση. Το 2023 μπορεί και πρέπει να είναι η αρχή για μία νέα εποχή ισόρροπης ανάπτυξης, κοινωνικής ευημερίας και οικονομικής δικαιοσύνης.