H νομοθεσία για τις «Στρατηγικές επενδύσεις» εισήχθη το 2010 (Ν. 3894). Όταν αναλάβαμε το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης το 2015 προχωρήσαμε σε συνολική αποτίμηση της σχετικής νομοθεσίας διαπιστώνοντας ότι δεν είχε αποδώσει τα αναμενόμενα. Συγκεκριμένα, οι ενταχθείσες επενδύσεις ήταν ελάχιστα έως καθόλου «στρατηγικές» υπό την κυριολεκτική έννοια της ουσιαστικής συμβολής τους στην οικονομική ανάπτυξη. Στο σύνολό τους σχεδόν ήταν ενεργειακά και τουριστικά έργα και δευτερευόντως κάποια εμπορικά κέντρα. Οι επενδύσεις που είχαν υπαχθεί ήταν λίγες, καμία δεν είχε ολοκληρωθεί ενώ πολλές δεν είχαν καν εκκινήσει.
Η κατάσταση αυτή οφείλονταν στην ανυπαρξία ουσιαστικού «φίλτρου» τεκμηριωμένης αξιολόγησης των επενδυτικών προτάσεων με την έννοια ότι τα κριτήρια υπαγωγής δεν διασφάλιζαν ότι θα έχουν πρόσβαση στα ωφελήματα του νόμου μόνο αξιόπιστες και βιώσιμες επενδυτικές προτάσεις. Έτσι υποβλήθηκαν επενδυτικά «σχέδια» από developers που λάμβαναν τον χαρακτηρισμό της «στρατηγικής επένδυσης» και μετά επιχειρούσαν να εκμεταλλευθούν την υπεραξία που προσδίδει ο χαρακτηρισμός της επένδυσης ως «στρατηγικής», αναζητούσαν επενδυτή, με αποτέλεσμα καθυστερήσεις στην υλοποίηση των σχεδίων.
Η όλη διαδικασία δεν περιελάμβανε πριν από την έγκριση των επενδυτικών σχεδίων ουσιαστική διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες και λοιπούς εμπλεκόμενους. Κατά συνέπεια δεν επιτυγχάνονταν συναινέσεις και αντισταθμιστικά μέτρα, που θα απέτρεπαν μελλοντικές δικαστικές αμφισβητήσεις και συνεπώς καθυστερήσεις. Τέλος, δεν υπήρχε δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης της επένδυσης, καθώς το υφιστάμενο πλαίσιο δεν προέβλεπε προθεσμίες υλοποίησης και έλεγχο της πορείας της επένδυσης.
Έτσι αποφασίσαμε να εισάγουμε τον Νόμο 4608/2019. Αξίζει νομίζω να υπενθυμίσουμε ότι στο ίδιο νομοθέτημα περιλαμβανόταν και η ίδρυση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Ως προς τις Στρατηγικές Επενδύσεις, βασικός στόχος ήταν οι επενδύσεις που χαρακτηρίζονται ως «Στρατηγικές» (πέραν του κριτηρίου του μεγέθους) να περιλαμβάνουν και επενδύσεις με πραγματικά μεγάλη συμβολή. Να είναι δηλαδή εξωστρεφείς, καινοτόμες, υψηλής προστιθέμενης αξίας και να μπορούν, λόγω της στρατηγικής τους βαρύτητας στην εθνική ή/και στην τοπική οικονομία, να επιφέρουν ποσοτικά και ποιοτικά αποτελέσματα για την αύξηση της απασχόλησης, την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανάδειξη του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος της χώρας. Επιδιώξαμε επιπλέον τη δημιουργία πιο ελκυστικού πλαισίου (νέα κίνητρα, μεγαλύτερο εύρος ωφελημάτων, ασφαλή, διαφανή και ταχεία διαδικασία κτλ.) προσέλκυσης επενδύσεων και από άλλους τομείς της οικονομίας (όπως η βιομηχανία και η Έρευνα & Ανάπτυξη) που συνεπάγονται αύξηση εξειδικευμένης απασχόλησης και βελτίωση της θέσης της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Ενώ βεβαίως κρίσιμο κριτήριο ήταν η διασφάλιση της υλοποίησης των εγκεκριμένων επενδύσεων σύμφωνα με τους όρους υπαγωγής, μέσω της θεσμοθέτησης πλαισίου παρακολούθησης της υλοποίησης των επενδύσεων. Τέλος, επιδιώξαμε την αντιστάθμιση των δυσκολιών του επενδυτικού περιβάλλοντος με ασφάλεια δικαίου, μείωση γραφειοκρατίας και επιτάχυνση διαδικασιών.
Το πλαίσιο που θεσμοθετήσαμε με τον 4608/2019 έφερε απτά αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια και διασφάλισε την χρηματοδότηση σημαντικών επενδύσεων. Η επόμενη προοδευτική κυβέρνηση θα ξαναπιάσει το νήμα της σημαντικής αυτής νομοθετικής παρέμβασης του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο μιας συνολικότερης Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής. Δεσμευόμαστε επομένως να επανεξετάσουμε κριτικά και άμεσα την όλη λογική και λειτουργία των στρατηγικών επενδύσεων, πάντοτε υπό το πρίσμα της βελτίωσης της αναπτυξιακής συμβολής τους.