Τι καλύτερο έχει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας ώστε να «κεντρίσει» τους πολίτες;
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ συνδυάζει ένα ολοκληρωμένο πακέτο μέτρων ενίσχυσης της κοινωνικής πλειοψηφίας, δίνοντας πλέον έμφαση στην ελάφρυνση των βαρών στα μεσαία στρώματα, με στοχευμένες πολιτικές για την επιτάχυνση της βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας και την αποφασιστική ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Απέναντί του, η ΝΔ αντιπαραβάλλει αυτούσια όλα τα χρεοκοπημένα ιδεολογήματα του νεοφιλελευθερισμού, τα οποία θέλει να εφαρμόσει με την ορμή του οδοστρωτήρα: την μείωση της φορολογίας των υψηλών εισοδημάτων, την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, την εκχώρηση κρίσιμων δημόσιων υπηρεσιών σε ιδιώτες ακόμα και την καθιέρωση υποχρεωτικού ιδιωτικού πυλώνα στο ασφαλιστικό σύστημα.Πρόκειται για ακραίες αντιλήψεις, τις οποίες σταδιακά εγκαταλείπει ακόμα και το ΔΝΤ.
Στις 7 του Ιούλη οι πολίτες θα κληθούν να επιλέξουν αν θέλουν εργασία με αυξημένους μισθούς και ισχυρά δικαιώματα ή εργασία «λάστιχο», αν θέλουν αναβαθμισμένα δημόσια σχολεία, πανεπιστήμια και νοσοκομεία για όλες και όλους ή μόνο για όσους έχουν να πληρώσουν. Αν θέλουν αξιοπρεπείς συντάξεις, εγγυημένες από το κράτος ή να εξαρτώνται από την αστάθεια του ιδιωτικού τομέα στα γηρατειά τους. Όσο και αν το προσπαθεί, η ΝΔ δεν μπορεί να κρύψει την αντικοινωνική φιλοσοφία του προγράμματός της.
Η ΝΔ υπόσχεται ένα πιο μικρό δημόσιο χωρίς να γίνουν απολύσεις. Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό;
Η ΝΔ λέει ότι θα επαναφέρει τον κανόνα 1/5 στις προσλήψεις στο Δημόσιο, μία πρόσληψη δηλαδή για κάθε πέντε αποχωρήσεις. Αυτό πρακτικά σημαίνει το πάγωμα των προσλήψεων και, πράγματι, τη συρρίκνωση του Δημοσίου. Αλλά έπειτα από δέκα χρόνια κρίσης, με τις δημόσιες υπηρεσίες, ιδίως στην Υγεία και την Παιδεία να αντιμετωπίζουν τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό, ποιος θα ήθελε ένα μικρότερο Δημόσιο; Μόνο κάποιος που διακατέχεται από ιδεολογική απέχθεια προς τον δημόσιο τομέα και θέλει σκοπίμως να δημιουργήσει κενά, τα οποία θα καλύψουν οι ιδιώτες, παρότι η διεθνής και η ελληνική εμπειρία έχουν δείξει ότι αυτή η επιλογή οδηγεί τόσο σε υποβάθμιση των υπηρεσιών προς τους πολίτες, όσο και σε αύξηση του κόστους για το Δημόσιο. Αντίθετα, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσε μια πολιτική στήριξης του δημόσιου τομέα, με χιλιάδες νέες προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ, χάρη στην επαναφορά του κανόνα 1/1 που διεκδικήσαμε και πετύχαμε, αλλά και αύξησης της αποτελεσματικότητας του δημοσίου με μια σειρά θεσμικών και λειτουργικών παρεμβάσεων που υλοποιήσαμε.
Μετά τις ευρωεκλογές, στην κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώσατε και μία κόπωση της κοινωνίας από τα αλλεπάλληλα μνημόνια. Αυτή η κόπωση δεν υφίσταται και σήμερα; Και αν ναι, πώς θα την απαλύνετε;
Μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων και λιτότητας είναι απολύτως λογικό να υπάρχει κόπωση στην κοινωνία. Τους τελευταίους μήνες, ωστόσο, η χώρα έχει γυρίσει σελίδα, βγήκαμε από τα μνημόνια, η οικονομία αναπτύσσεται σταθερά και η ανεργία μειώνεται. Το κρίσιμο τώρα είναι, και εκεί ακριβώς εστιάζει η κυβέρνηση, αυτές οι επιτυχίες να φτάσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και περισσότερο στη ζωή των πολιτών. Να αντιληφθούν, με άλλα λόγια, μια αισθητή βελτίωση της καθημερινότητάς τους.
Αυτό σίγουρα δεν θα έρθει από τους αυτοματισμούς μιας αχαλίνωτης αγοράς, όπως υπόσχεται η ΝΔ. Πώς περιμένουμε να επουλωθούν οι πληγές της κρίσης επαναφέροντας τις ίδιες αντιλήψεις που τις προκάλεσαν; Απαιτείται μια αποφασιστική στροφή στις πολιτικές, που η κυβέρνηση ήδη υλοποιεί ή έχει δρομολογήσει, όπως η διαδοχική αύξηση του κατώτατου μισθού, η μείωση του ΦΠΑ και του ΕΝΦΙΑ, η 13η σύνταξη, οι στοχευμένες φοροελαφρύνσεις για τη μεσαία τάξη και η ουσιαστική ενίσχυση της Παιδείας, της Υγείας και της Κοινωνικής Πρόνοιας.
Κάποιοι πάντως κ. Χαρίτση πιστεύουν ότι κόπωση υπέστη και ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ. Ισχύει αυτό;
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας στην πιο δύσκολη στιγμή της μεταπολιτευτικής ιστορίας της, με το κράτος χρεοκοπημένο και την κοινωνία στο όριο. Παρά τα λάθη και τις αστοχίες, που ασφαλώς υπήρξαν, τα κατάφερε εκεί που όλοι οι προηγούμενοι απέτυχαν: να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση, να ανατάξει την οικονομία, να εξυγιάνει τα δημοσιονομικά και να μας βγάλει από την επιτροπεία. Χάρη σε αυτή την προσπάθεια μπορούμε τώρα να σχεδιάζουμε το κοινό μας μέλλον από πολύ καλύτερες θέσεις.
Τα ψηφοδέλτιά σας έχουν το συστατικό της ανανέωσης;
Υπάρχει ανανέωση και διεύρυνση στα ψηφοδέλτια ώστε να αντανακλούν όλο το εύρος της προοδευτικής κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας, στην οποία ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστεί και κάθε προοδευτικός πολίτης να μπορεί να αναγνωρίσει τον εαυτό του. Ξέρετε, πολλές φορές η λέξη «ανανέωση» εμπεριέχει και το στοιχείο των φρέσκων ιδεών και της σύγχρονης νοοτροπίας… Η ανανέωση των ιδεών και η συστηματική προσπάθεια να κατανοήσουμε έναν δυναμικό και συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο βρίσκεται στον πυρήνα της δικής μας Αριστεράς. Θυμίζω ότι το ιστορικό ρεύμα στο οποίο ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ ονομάζεται «Ανανεωτική Αριστερά», πρωταγωνίστησε σε όλα τα σύγχρονα κινήματα και κατάφερε να σχηματίσει την πρώτη αριστερή κυβέρνηση που ανέλαβε ένα δύσκολο έργο σε μια κρίσιμη περίοδο για την πατρίδα μας.
Αν ωστόσο, μιλάμε για ανανέωση και όχι για μετάλλαξη, πρέπει να διατηρείται ένας πυρήνας αξιών και στοχεύσεων που για εμάς δεν είναι άλλος από τον διαρκή αγώνα για έναν πιο δίκαιο και αξιοβίωτο κόσμο.
Μετά την υπόθεση «δηλώσεις Τασίας» ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συνέλθει για να δώσει την μάχη της κάλπης;
Η απάντηση του Πρωθυπουργού στη συγκεκριμένη υπόθεση ήταν άμεση, ενώ η κυρία Χριστοδουλοπούλου αναγνώρισε το λάθος της ανακοινώνοντας ότι δεν θα είναι εκ νέου υποψήφια. Συγκρίνετε αυτή την αντίδραση με εκείνη της ΝΔ τώρα, αλλά και σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν.
Γιατί «κατεβαίνετε» στη Μεσσηνία;
Επέλεξα να είμαι υποψήφιος στον τόπο καταγωγής μου, τη Μεσσηνία. Όχι μόνο διότι εκεί μεγάλωσα και διατηρώ ακόμη ισχυρούς πολιτικούς και προσωπικούς δεσμούς, αλλά κυρίως γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι η περιφέρεια μπορεί και πρέπει να πρωταγωνιστήσει στην παραγωγική αναγέννηση που έχει ανάγκη η χώρα μας. Για αυτό και βασική μου έγνοια τόσο στο Υπουργείο Οικονομίας, όσο και στο Εσωτερικών, ήταν να δώσουμε στις τοπικές κοινωνίες τους πόρους και τα μέσα που θα τους επιτρέψουν να αξιοποιήσουν και να διευρύνουν τις αναπτυξιακές τους δυνατότητες, καθώς και να αποκτήσουν σύγχρονες υποδομές και υπηρεσίες, ώστε η περιφέρεια να σταματήσει να μαραζώνει και οι άνθρωποι της να ζουν με αξιοπρέπεια στις πόλεις και στα χωριά τους.