➡ Άρθρο στην εφημερίδα “Τα Νεα” https://bit.ly/3BjY4bD
Η πρόσφατη κοινοβουλευτική συζήτηση γύρω από τις φετινές πυρκαγιές επιβεβαίωσε αυτό που ήδη έχει διαφανεί από καιρό: η κυβέρνηση επιλέγει να μη συζητήσει επί της ουσίας για μια καταστροφή που ήδη συντελέστηκε και κυρίως για τη διαρκή πρόκληση που βρίσκεται μπροστά μας. Αντίθετα, πορεύεται -και αυτό είναι επικίνδυνο για την ποιότητα της δημοκρατίας μας- στον ολισθηρό δρόμο της τυμβωρυχίας και της φτηνής αυτοεπιβεβαίωσης.
Θα περίμενε κανείς ότι η κυβέρνηση θα είχε μάθει από τα λάθη της. Δεν βλέπω όμως να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Συνεχίζει πάνω σε ένα μοτίβο που διαμορφώθηκε πριν τις εκλογές του 2019. Τότε, θυμίζω, χρησιμοποίησε έναν τοξικό συνδυασμό εθνο-λαϊκισμού -στην περίπτωση της συμφωνίας των Πρεσπών- και χυδαιότητας -στον απόηχο της τραγωδίας στο Μάτι- προκειμένου να εμφανίσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως μία επικίνδυνη πολιτική δύναμη που έθετε σε κίνδυνο τα εθνικά συμφέροντα και την ασφάλεια των πολιτών. Σήμερα, αδιαφορώντας για αυτό που είδε όλη η χώρα αυτό το καλοκαίρι και για το γενικευμένο αίσθημα ανασφάλειας που επικρατεί, η συνταγή παραμένει η ίδια: ρητορικές κορώνες, αυτοδιαφήμιση στα όρια του γκροτέσκου και κυρίως καμία συζήτηση επί της ουσίας του προβλήματος.
Ανεξάρτητα από τις κυβερνητικές πιρουέτες, το πρόβλημα είναι εδώ. Και οι κύριες συνέπειες από τις πυρκαγιές αναφαίνονται τη στιγμή που οι φλόγες έχουν σβήσει και το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στρέφεται αλλού. Η ελληνική Πολιτεία είναι σήμερα αντιμέτωπη με μια τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή σε πολλές περιοχές της χώρας και με την ερημοποίηση μιας εκτεταμένης γεωγραφικής ζώνης στη Βόρεια Εύβοια. Το ερώτημα της “επόμενης μέρας” αφορά πρωτίστως βεβαίως την απαραίτητη στήριξη χιλιάδων ανθρώπων που έχουν χάσει τα πάντα. Ταυτόχρονα όμως αφορά και την στρατηγική ανασυγκρότηση -κοινωνική και οικονομική- της περιοχής. Η κυβέρνηση εξαγγέλλει διάφορα αφηρημένα σχέδια, με ισχυρό όπως πάντα επικοινωνιακό περίβλημα αλλά ελάχιστο περιεχόμενο, ενώ την ίδια στιγμή δεν διαλέγεται με τους ίδιους τους πολίτες και την τοπική αυτοδιοίκηση. Οι πρόσφατες συγκεντρώσεις των κατοίκων της Βόρειας Εύβοιας υπενθυμίζουν το αυτονόητο: θα πρέπει να έχουν καθοριστικό λόγο για το ίδιο τους το μέλλον.
Το μέλλον αυτό δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στο χτες. Η μεγάλη εποχή των διαδοχικών κρίσεων -με πιο πρόσφατες την πανδημία και τις καταστροφές από την κλιματική αλλαγή- τονίζει την ανάγκη μίας διαφορετικής πολιτικής και κοινωνικής στρατηγικής. Οι σύγχρονες κοινωνίες αναζητούν τη διέξοδο και τη θωράκιση στο δημόσιο και δημοκρατικό σχεδιασμό, στην βιώσιμη μεταβολή του παραγωγικού μοντέλου, στην αμφισβήτηση μίας ψευδεπίγραφης “ανάπτυξης” που ναρκοθετεί την ασφάλεια και υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής.
Η κυβέρνηση έχει αυτή τη στιγμή ένα πολύτιμο εργαλείο στα χέρια της: το Ταμείο Ανάκαμψης. Ταυτόχρονα εκκινεί το νέο ΕΣΠΑ. Θα έπρεπε να τα δει ως την χρηματοδοτική αφορμή για την εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου και συμπεριληπτικού, δημόσιου αναπτυξιακού σχεδίου – που θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο, ειδικά σε περιπτώσεις όπως της Βόρειας Εύβοιας. Δυστυχώς, τα αντιμετωπίζει αποκλειστικά ως μηχανισμό ενίσχυσης επιχειρηματικών συμφερόντων.
Με την τοποθέτησή του στη Βουλή ο κύριος Μητσοτάκης μας υπενθύμισε ότι παραμένει προσκολλημένος στο “χτες”, τόσο στο ύφος όσο και στο περιεχόμενο. Δεν είναι πια -αν ήταν ποτέ- αρκετό. Η χώρα χρειάζεται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Χρειάζεται μια νέα προοδευτική αρχή.